Η κατάθλιψη είναι μια από τις πιο διαδεδομένες νόσους της σύγχρονης εποχής, αφού 121 εκατομμύρια άτομα παγκοσμίως πάσχουν από αυτήν. Στην καθημερινή ζωή με τον όρο κατάθλιψη εννοούμε μια κατάσταση θλίψης και μελαγχολίας, που συνήθως είναι παροδική και μάλλον οφείλεται σε γεγονότα σχετικά ασήμαντα και επουσιώδη.
Το συναίσθημα αυτό διαφέρει από την κλινική κατάθλιψη η οποία είναι γνωστή με τον όρο Μείζονα Κατάθλιψη. Η κατάσταση αυτή είναι μια σοβαρή ψυχική νόσος που χαρακτηρίζεται από ένα ευρύ φάσμα ψυχολογικών προβλημάτων.
Στο σύνολό τους περιγράφονται από την απουσία θετικών συναισθημάτων (έλλειψη ενδιαφέροντος και απόλαυσης των καθημερινών εμπειριών), κακή διάθεση και μια σειρά συναισθηματικών, γνωστικών, φυσιολογικών και συμπεριφοριστικών συμπτωμάτων, που διαρκούν για ένα χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των δύο εβδομάδων.
Η κατάθλιψη αποτελεί ένα σημαντικό πρόβλημα δημόσιας υγείας, αφού σχετίζεται με σημαντική αναπηρία. Σύμφωνα με στοιχεία του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας για το 2000, η κατάθλιψη κατατασσόταν στην τέταρτη θέση της κλίμακας για τη δυσφορία που προκαλούν στα άτομα οι διάφορες ασθένειες. Οι προβλέψεις για το έτος 2020 θέτουν την κατάθλιψη στη δεύτερη θέση της παγκόσμιας κατάταξης για τη δυσφορία που προκαλεί, αμέσως μετά την καρδιακή νόσο.
Αν και η φαρμακολογική και ψυχιατρική αντιμετώπιση της κατάθλιψης είναι αποτελεσματική, πολλοί ασθενείς δεν αναζητούν ή δεν δέχονται την κατάλληλη θεραπεία. Το 65% – 75% των ατόμων που λαμβάνουν την κατάλληλη θεραπεία δεν επιτυγχάνουν ίαση, με αποτέλεσμα πολλά συμπτώματα της νόσου να μην υποχωρούν και η πρόγνωση αυτών των ασθενών να μην είναι καλή.
Από την άλλη πλευρά, ο στιγματισμός της ψυχοθεραπείας οδηγεί πολλές φορές τα άτομα να αναζητούν εναλλακτικές μορφές θεραπείας, περισσότερο εναρμονισμένες με τις προσωπικές τους πεποιθήσεις και ιδιαιτερότητες, όπως είναι η άσκηση. Η επίδραση της άσκησης στη νόσο αποτελεί το αντικείμενο μελετών εδώ και αρκετές δεκαετίες και πολλοί ερευνητές πιστεύουν πως μπορεί να είναι αποτελεσματική ακόμη και στη θεραπεία της νόσου.
Η άσκηση στην πρόληψη της κατάθλιψης
Δεδομένα από επιδημιολογικές μελέτες δείχνουν πως η άσκηση σχετίζεται αντίστροφα με την κατάθλιψη. Ενδεικτικά, ένας αριθμός συγχρονικών μελετών αποκαλύπτει πως οι φυσικά δραστήριοι άνδρες και γυναίκες χαρακτηρίζονται από ηπιότερη συμπτωματολογία κατάθλιψης. Μάλιστα, από τις σχετικές έρευνες έχει φανεί πως τα άτομα που ασκούνται συστηματικά έχουν χαμηλότερη πιθανότητα να εμφανίσουν κατάθλιψη ή τα συμπτώματα της νόσου.
Για παράδειγμα, από μια πρόσφατη μελέτη φάνηκε πως οι γυναίκες που ασκούνταν σε μέτρια ένταση για περισσότερο από 60 λεπτά την εβδομάδα διέτρεχαν 30% – 40% χαμηλότερο κίνδυνο να αναπτύξουν κατάθλιψη μέσα στα επόμενα 5 χρόνια, συγκρινόμενες με γυναίκες που ασκούνταν λιγότερο. Φαίνεται, δηλαδή, πως η άσκηση βελτιώνει την ψυχολογική κατάσταση των ατόμων και αναδεικνύεται ιδιαίτερα ευεργετική στην πρωτογενή φροντίδα των ατόμων με καταθλιπτικά συμπτώματα.
Η άσκηση στην αντιμετώπιση της κατάθλιψης
Η πρώτη φορά που η άσκηση αναφέρεται στη διεθνή βιβλιογραφία ως θεραπευτικό μέσο για την κατάθλιψη χρονολογείται πάνω από έναν αιώνα πριν. Σήμερα στη Μεγάλη Βρετανία (National Institute of Clinical Excellence, NICE), στις συστάσεις για την κατάθλιψη αναφέρεται πως δομημένα προγράμματα άσκησης υπό επίβλεψη, 3 φορές την εβδομάδα (45 λεπτά με 1 ώρα) για 10 με 12 εβδομάδες θα πρέπει να θεωρούνται ως μια εναλλακτική δυνατότητα για τη θεραπεία της ήπιας μορφής κατάθλιψης.
Από την πιο πρόσφατη τυχαιοποιημένη κλινική δοκιμή όπου εξετάστηκε η άσκηση ως μοναδική θεραπεία για την κατάθλιψη τα αποτελέσματα είναι πολύ ενθαρρυντικά. Συγκεκριμένα, φάνηκε πως η άσκηση στα προτεινόμενα επίπεδα συνιστά μια αποτελεσματική μονοθεραπεία για την ήπιας μορφής κατάθλιψη, μιας και το 42% των ασθενών που ασκήθηκαν πέτυχε ίαση μετά από 12 εβδομάδες. Μάλιστα, η άσκηση αναδεικνύεται εξίσου αποτελεσματική με τις κλασσικές θεραπείες για την κατάθλιψη, που είναι η αντικαταθλιπτική αγωγή και η ψυχοθεραπεία.
Συμπεράσματα
Τα αποτελέσματα των μεμονωμένων μελετών είναι ιδιαίτερα ενθαρρυντικά μιας και αναδεικνύουν την άσκηση ως ένα πολύ ισχυρό μέσο τόσο για την πρόληψη όσο και για τη θεραπεία της κατάθλιψης. Ωστόσο θα πρέπει να ερμηνεύονται με μεγάλη προσοχή, μιας και η στατιστική σύνθεσή τους οδηγεί στη διεξαγωγή ενός μέτριου συνολικού αποτελέσματος. Δεν υπάρχουν ξεκάθαρα δεδομένα σχετικά με το ποια είναι η βέλτιστη “συνταγή” άσκησης (τύπος, ένταση, συχνότητα, διάρκεια) που μπορεί να οδηγήσει στην πρόληψη αλλά και αντιμετώπιση της νόσου.
Δεν θα πρέπει ωστόσο να ξεχνάμε πως η άσκηση παρέχει μια ποικιλία φυσιολογικών θετικών επιδράσεων, στις οποίες οι κλασσικές θεραπείες υστερούν (πχ μείωση του καρδιαγγειακού κινδύνου, ρύθμιση του σωματικού βάρους, μείωση της κόπωσης, αύξηση των γνωστικών λειτουργιών και γενικότερη βελτίωση της ποιότητας ζωής). Επιπλέον, δεν υπάρχουν ερευνητικά δεδομένα που να υποδεικνύουν πως οι συστάσεις για άσκηση σε άτομα με συμπτώματα ή τη διάγνωση της νόσου είναι παράλογες ή ακόμη και επικίνδυνες.
Μια ρεαλιστική προσέγγιση, λοιπόν, θα ήταν να συστήνεται τόσο στους υγιείς όσο και στους ασθενείς να ακολουθούν προγράμματα άσκησης που τους προσφέρουν απόλαυση, ικανοποίηση και μια αίσθηση εκπλήρωσης των στόχων και των προσδοκιών τους, προκειμένου να επωφελούνται τόσο από το σωματικά, όσο και από τα ψυχολογικά ευεργετήματα της φυσικής δραστηριότητας.
[photo by wan fauzan]